Εκτύπωσε τη σελίδα

ΣΧΙΖΟΦΡΕΝΕΙΑ

Γενικά

Η σχιζοφρένεια είναι μια ψυχωτική ψυχική διαταραχή αγνώστου αιτιολογίας, που χαρακτηρίζεται από διαταραχές στη σκέψη, τη διάθεση και τη συμπεριφορά. Η διαταραχή της σκέψης εκδηλώνεται μέσω διαστρέβλωσης της πραγματικότητας, ορισμένες φορές με παραληρητικές ιδέες και ψευδαισθήσεις, συνδεόμενες από κατακερματισμό των συνειρμών που οδηγούν σε χαρακτηριστική διαταραχή του λόγου. Η διαταραχή της διάθεσης περιλαμβάνει αμφιθυμία και απρόσφορες ή περιορισμένες συναισθηματικές απαντήσεις. Η διαταραχή της συμπεριφοράς μπορεί να εκδηλωθεί μέσω απαθούς απόσυρσης ή παράδοξης δραστηριότητας.

Αν και δεν αποτελεί γνωσιακή διαταραχή, η σχιζοφρένεια συχνά προκαλεί γνωσιακά ελλείμματα, όπως πχ. συγκεκριμένη σκέψη και ελλειμματική επεξεργασία πληροφοριών. Είναι συνήθως χρόνια, με πορεία που περιλαμβάνει πρόδρομη, ενεργό και υπολειμματική φάση. Η πρόδρομη και η υπολειμματική φάση χαρακτηρίζονται από άμβλυνση της μορφής των ενεργών συμπτωμάτων, όπως παράδοξες πεποιθήσεις και μαγική σκέψη, καθώς και από ελλείμματα της φροντίδας του εαυτού και των διαπροσωπικών σχέσεων.

Ορισμός

Η σχιζοφρένεια είναι μια φαινομενολογική διάγνωση, η οποία βασίζεται στην παρατήρηση και την περιγραφή του ασθενούς, και οι ανωμαλίες επηρεάζουν συνολικά την ψυχική κατάστασή του. 

Η σχιζοφρένεια αποτελεί εγκεφαλική δυσλειτουργία με ανατομικές και λειτουργικές βλάβες, οι οποίες είναι ορατές στις νευροαπεικονιστικές μελέτες, και έχει και μια γενετική επιβάρυνση όπως προκύπτει από τις μελέτες διδύμων. 

Εμφανίζεται με την ίδια συχνότητα σε άνδρες και γυναίκες, και συνήθως η έναρξη είναι πρωιμότερη στους άνδρες. Η έναρξη κορυφώνεται στις ηλικίες μεταξύ 15 και 35, ενώ το 50% των περιπτώσεων εκδηλώνεται πριν την ηλικία των 25 ετών. Η έναρξη πριν την ηλικία των 10 ετών καλείται πρώιμης έναρξης σχιζοφρένεια και μετά την ηλικία των 45 ετών καλείται όψιμη σχιζοφρένεια και είναι σπάνια. 

Είναι περισσότερο συχνή στις κατώτερες κοινωνικο-οικονομικές ομάδες πληθυσμού και παρατηρείται υψηλός επιπολασμός στους πρόσφατους μετανάστες. 

Συμπτώματα

Η σχιζοφρένεια χαρακτηρίζεται από θετικά και αρνητικά (ελλειμματικά) συμπτώματα.

Θετικά συμπτώματα:

  1. Παραληρητικές ιδέες
  2. Ψευδαισθήσεις
  3. Αποδιοργάνωση της συμπεριφοράς

Αρνητικά συμπτώματα:

  1. Επιπέδωση του συναισθήματος
  2. Αλογία
  3. Αβουλησία
  4. Ανηδονία

Έτσι παρατηρούνται συνήθως τα παρακάτω:

  • Μειώνεται το επίπεδο της λειτουργικότητας ή αποτυγχάνει να φτάσει στο αναμενόμενο επίπεδο
  • Το περιεχόμενο της σκέψης είναι παθολογικό και χαρακτηρίζεται από παραληρητικές ιδέες, ιδέες συσχέτισης και φτωχό περιεχόμενο
  • Η μορφή της σκέψης είναι παράλογη και παρουσιάζεται εκτροχιασμός, χάλαση συνειρμών, ασυναρτησία, ανακοπή κ.α.
  • Υπάρχει διαστρεβλωμένη αντίληψη, με συχνότερες τις ακουστικές ψευδαισθήσεις, αν και μπορεί να παρουσιάζονται και οπτικές, απτικές, οσφρητικές.
  • Το συναίσθημα είναι παθολογικό και κυμαίνεται από επιπεδωμένο και αμβλύ, έως απρόσφορο και ασταθές
  • Η αίσθηση εαυτού είναι ελλειμματική, με ανικανότητα διάκρισης της εσωτερικής από την εξωτερική πραγματικότητα και απώλεια των ορίων του εαυτού
  • Η βούληση είναι διαταραγμένη
  • Υπάρχει κοινωνική απόσυρση και συναισθηματική απομάκρυνση ή επιθετικότητα και σεξουαλική απροσφορότητα, δηλαδή ελλειμματική διαπροσωπική λειτουργικότητα
  • Παρουσιάζονται ανώμαλες ψυχοκινητικές συμπεριφορές, όπως διέγερση ή απόσυρση, μορφασμοί, τελετουργίες, κατατονικές θέσεις σώματος.

Παρακάτω αναφέρονται οι τύποι σχιζοφρένειας σύμφωνα με τα διαγνωστικά κριτήρια που υπάρχουν: 

A. Παρανοειδής

B. Αποδιοργανωτικός (παλαιότερα ονομαζόταν ηβηφρένεια)

C. Κατατονικός

D. Αδιαφοροποίητος

E. Υπολειμματικός

Αιτιολογία

Επειδή υπάρχει μεγάλη ετερογένεια στη συμπτωματική και στη προγνωστική εικόνα της σχιζοφρένειας, δεν θεωρείται αιτιολογικός κάποιος μεμονωμένος παράγοντας. Σύμφωνα με το «μοντέλο της στρεσσογόνου προδιάθεσης», το άτομο στο οποίο εκδηλώνεται η νόσος διαθέτει μια ειδική βιολογική ευαλωτότητα ή προδιάθεση, που πυροδοτείται από το στρες και οδηγεί στα σχιζοφρενικά συμπτώματα. Το στρες μπορεί να είναι γενετικό, βιολογικό και ψυχοκοινωνικό ή περιβαλλοντικό. 

Έχουν διατυπωθεί διάφορες βιολογικές θεωρίες, όπως η «υπόθεση της ντοπαμίνης», όπου τα συμπτώματα μπορεί να οφείλονται σε αυξημένη δραστηριότητα σε μια περιοχή του εγκεφάλου και μειωμένη δραστηριότητα σε μια άλλη περιοχή. 

Οι οικογένειες που χαρακτηρίζονται από υψηλότερα επίπεδα συγκινησιακής έκφρασης (ΣΕ), έχουν υψηλότερα ποσοστά υποτροπής από εκείνους των οποίων οι οικογένειες διαθέτουν χαμηλά επίπεδα ΣΕ. Ως Συγκινησιακή Έκφραση (ΣΕ) έχει οριστεί μία υπερβολικά εμπλεκόμενη, διεισδυτική συμπεριφορά, επιθετική, κριτική ή ελεγκτική, που αντιμετωπίζει το παιδί ως βρέφος. 

Θεραπεία

Η κλινική αντιμετώπιση του ασθενούς μπορεί να περιλαμβάνει φαρμακευτική αγωγή με αντιψυχωτικά φάρμακα ή/και νοσηλεία, ενώ επιπλέον είναι πολύ σημαντική η ψυχοκοινωνική αποκατάσταση των ατόμων αυτών και οι παρεμβάσεις σε ατομικό, οικογενειακό και ομαδικό επίπεδο. Οι θεραπείες μπορεί να γίνουν σε νοσοκομειακό επίπεδο εφόσον κριθεί απαραίτητο και να συνεχιστεί εξωνοσοκομειακά.

Οι ενδείξεις για νοσηλεία περιλαμβάνουν την ύπαρξη κινδύνου προς τον εαυτό ή τους άλλους, την αυτοκτονικότητα, τη σοβαρή συμπτωματολογία που οδηγεί σε ανεπαρκή φροντίδα του εαυτού ή σε κίνδυνο τραυματισμού λόγω της αποδιοργάνωσης, τη διαγνωστική αξιολόγηση, την αποτυχία ανταπόκρισης στη θεραπεία, τις επιπλοκές από άλλα νοσήματα και την ανάγκη τροποποίησης ορισμένων σύνθετων θεραπευτικών σχημάτων.

ΠΡΟΣΟΧΗ: είναι ανήθικο και αντιδεοντολογικό να δίνονται κρυφά φάρμακα από συγγενείς στους ασθενείς

και ακόμη περισσότερο να συμφωνούν να γίνεται κάτι τέτοιο οι γιατροί